Burnout: Πώς καταλαβαίνουμε ότι δεν πάει άλλο

Burnout: Τι πραγματικά είναι το «σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης» και πώς το αντιμετωπίζουμε

 

Οι άνθρωποι που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με το στρες στην εργασία κινδυνεύουν να φτάσουν στην κατάσταση που ονομάζουμε burnout: εξαντλημένοι, «άδειοι», ανίκανοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της καθημερινότητας. Το burnout συνοδεύεται από συμπτώματα ψυχικής και σωματικής υγείας: αισθήματα απαξίωσης, μείωση της ενεργητικότητας – το άτομο νιώθει σαν να πέφτει ο δείκτης ευφυΐας του.

Ο όρος «burnout» ακούστηκε για πρώτη φορά το 1974, τον επινόησε ο Herbert Freudenberger, και ανέλυσε το φαινόμενο στο βιβλίο του «Burnout: The High Cost of High Achievement». O Freudenberger θεωρούσε το burnout ως πιθανό τίμημα της σκληρής και δημιουργικής εργασίας, αρρώστια των ανθρώπων με μεγάλες φιλοδοξίες και φιλοπονία – και το περιέγραφε ως «την ξαφνική έλλειψη κινήτρου και αφοσίωσης σε μια εργασία ή σχέση∙ στην αποτυχία να παραχθούν από αυτή τα επιθυμητά αποτελέσματα».

Το burnout είναι μια αντίδραση σε παρατεταμένο ή χρόνιο στρες στη δουλειά. Οι εργαζόμενοι, που είναι επιφορτισμένοι με πολλά καθήκοντα και λήψεις αποφάσεων, οδηγούνται σε γενική κόπωση, κυνισμό και αδιαφορία για το αντικείμενο της εργασίας. Τους καταλαμβάνει αίσθημα ανημποριάς, απουσίας νέων ιδεών, έμπνευσης και πρωτοβουλίας. Το burnout τούς προκαλεί απέχθεια για τη δουλειά τους, πλήξη και ανορεξία για οτιδήποτε σχετίζεται με τον εργασιακό τους ρόλο. Το στρες που συμβάλλει στο burnout ίσως προέρχεται κυρίως από τον χώρο της εργασίας, αλλά προστίθεται σε αυτό και το στρες από ολόκληρο τον τρόπο ζωής: τα άτομα που αγχώνονται πολύ στη δουλειά, τείνουν να είναι τελειοθηρικά και να μην ικανοποιούνται εύκολα, πράγμα που τα καθιστά υποψήφια για burnout.

Σε κοινωνίες με χαμηλή παραγωγικότητα και χωρίς εργασιακό ήθος υπάρχουν πάντοτε άτομα που φορτώνονται τα καθήκοντα των άλλων, επειδή αυτό απαιτεί η εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων: γίνονται θύματα της ίδιας τους της εργατικότητας.
Σε κοινωνίες με υψηλή παραγωγικότητα και μεγάλες απαιτήσεις, υπάρχουν πολλοί «over-achievers» που περνούν τις περισσότερες ώρες του 24ώρου εργαζόμενοι και σκεπτόμενοι το περιεχόμενο της εργασίας, προσπαθώντας «να πάνε μπροστά».

Το burnout δεν διαγιγνώσκεται εύκολα. Παρότι τα πιο χαρακτηριστικά του συμπτώματα είναι παρόμοια με εκείνα που θα ονομάζαμε «υπερκόπωση», έχει και κάποια που είναι βαθύτερα από την σωματική και ψυχική εξάντληση. Το burnout προκαλεί αποξένωση από την εργασία και τους συναδέλφους: το άτομο δεν θέλει να ακούει τίποτα που να σχετίζεται με την εργασιακή του δραστηριότητα – εξάλλου, νιώθει ότι δεν έχει την επαρκή ενέργεια και συγκέντρωση για να εργαστεί όπως εργαζόταν. Η παραγωγικότητα και η δημιουργικότητα μειώνονται ή μηδενίζονται. Την κατάσταση συνοδεύουν σωματικά συμπτώματα: πονοκέφαλος, στομαχόπονος και διαταραχές του πεπτικού όπως το ευαίσθητο έντερο.

Σε burnout είναι επιρρεπείς οι άνθρωποι που κάνουν multitasking, έχουν υψηλές θέσεις στην ιεραρχία ή ασκούν επαγγέλματα μεγάλης ευθύνης, όπως οι γιατροί, το νοσηλευτικό προσωπικό και οι πυροσβέστες.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup ένας στους πέντε εργαζομένους παθαίνει burnout τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του. Στην ερώτηση «τι έφταιξε», το 70% απαντούν «η έλλειψη χρόνου, το ότι η ημέρα έχει μονάχα 24 ώρες», αλλά πολλοί αναφέρουν την ασυνεννοησία και την έλλειψη στήριξης στον χώρο της δουλειάς, την ασάφεια του ρόλου τους στον εργασιακό χώρο (το 40% των εργαζομένων φαίνεται πως φορτώνονται καθήκοντα άλλων), τον υπερβολικό φόρτο εργασίας και την άδικη μεταχείριση (π.χ. άδικες προαγωγές, άδικη κριτική, ευνοιοκρατία, κουτσομπολιό, παρενόχληση κτλ.)

Το «burnout» είναι αναστρέψιμο. Σε μερικές περιπτώσεις αρκεί μια αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος, η αναζήτηση μιας υγιέστερης εργασιακής ατμόσφαιρας, για να ξαναβρεί ο εργαζόμενος τον εαυτό του. Η λύση δεν είναι οι διακοπές: μετά τις διακοπές τα προβλήματα θα περιμένουν τον εργαζόμενο ακριβώς εκεί όπου τα είχε αφήσει. Λύση είναι μια στρατηγική φροντίδας: εντοπισμός των προβλημάτων –τι μας έφερε σε κατάσταση burnout– και αλλαγές στον τρόπο ζωής∙ αλλαγή διατροφής, στροφή σε πιο υγιεινές συνήθειες, αναζήτηση ψυχολογικής στήριξης μέσω της οποίας μπορεί να διαγνωστεί υποκείμενη κατάθλιψη.

 

Πηγή

Carierista Logo

Θέλεις να λαμβάνεις ειδοποιήσεις σχετικές με νέες θέσεις εργασίας, θέματα καριέρας και επιχειρηματικότητας;